φυτοτομίδες

φυτοτομίδες
οι, Ν
ζωολ. οικογένεια στρουθιόμορφων πτηνών τής Νότιας Αμερικής στην οποία ανήκει το γένος φυτοτόμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. phytotomides < νεολατ. phytotomidae].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φυτοτόμος — ο, Ν ζωολ. γένος στρουθιόμορφων ωδικών πτηνών τής Νότιας Αμερικής, που ανήκουν στην οικογένεια φυτοτομίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. phytotome < φυτόν + τόμος (< τομή)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”